συμμαχία

συμμαχία
Προσωρινή ή μόνιμη σχέση πολιτικής συνεργασίας μεταξύ δύο ή περισσότερων κρατών που καθορίζεται με συνθήκη. Η συνεργασία μπορεί να έχει γενικό ή ειδικό χαρακτήρα. Στην πρώτη περίπτωση η συνθήκη υποχρεώνει τα σύμμαχα κράτη v’ ασκούν γενικά κοινή πολιτική: π.χ. Η Ιερά Συμμαχία του 1815 που την υπέγραψαν ο τσάρος Αλέξανδρος A’, ο Φραγκίσκος A’ της Αυστρίας και ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος Γ’ της Πρωσίας, υποχρέωνε τα μέλη της v’ ακολουθούν τις χριστιανικές αρχές στις σχέσεις τους. Στη δεύτερη, αντίθετα, η υποχρέωση περιορίζεται στην επιδίωξη ορισμένων σκοπών. Η Μικρή Αντάντ αίφνης μεταξύ Τσεχοσλαβακίας, Γιουγκοσλαβίας και Ρουμανίας απέβλεπε στην εισβολή του σεβασμού της συνθήκης ειρήνης του A’ Παγκόσμιου πόλεμου από την Ουγγαρία και στην παρεμπόδιση της παλινόρθωσης των Αψβούργων (1920 - 21). Οι συμμαχίες είναι εξάλλου ειρηνικές και στρατιωτικές, που αποβλέπουν στη στρατιωτική συνεργασία, σε περίπτωση πόλεμου, και μπορούν να είναι αμυντικές, επιθετικές ή και τα δύο.
* * *
η, ΝΜΑ, και αττ. τ. ξυμμαχία και ιων. τ. συμμαχίη Α [σύμμαχος]
1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού συμμαχώ, η διεξαγωγή κοινού αγώνα
2. συνασπισμός δύο ή περισσότερων κρατών για συγκεκριμένο πολεμικό σκοπό, επιθετικό ή αμυντικό (α. «αμυντική συμμαχία» β. «ἐποιήσαντο συμμαχίαν πρὸς Ἀθηναίους καὶ Ἀργείους», Ξεν.)
3. η ομάδα τών κρατών που συνδέονται με συμμαχικούς δεσμούς, το σύνολο τών συμμάχων (α. «ευρωπαϊκή συμμαχία» β. «συμμαχίας συνελθούσης», Αισχίν.)
νεοελλ.
1. συνασπισμός κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων για την από κοινού διεξαγωγή αγώνα και για την επίτευξη κοινών στόχων («προεκλογική συμμαχία τού Κέντρου και τής Αριστεράς»)
2. συνεννόηση, συνεργασία δύο ή περισσότερων ατόμων εναντίον τρίτου ή τρίτων
μσν.
βοήθεια, συνδρομή που παρέχεται σε κάποιον
αρχ.
1. το καθήκον τού συμμάχου
2. η συμμαχική χώρα
3. συμμαχική ή επικουρική δύναμη
4. το σύνολο τών φίλων ή τών συμμάχων, πολλοί φίλοι μαζί («συμμαχία θόρυβον παραίθυξε μέγαν», Πίνδ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • συμμαχία — συμμαχίᾱ , συμμαχία alliance fem nom/voc/acc dual συμμαχίᾱ , συμμαχία alliance fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμμαχία — η 1. διεξαγωγή κοινού αγώνα. 2. συνασπισμός δύο ή περισσότερων κρατών για αντιμετώπιση κοινού εχθρού: Το ΝΑΤΟ είναι μια αμυντική συμμαχία. 3. συνένωση των δυνάμεων δύο ατόμων για την επίτευξη κοινού σκοπού: Οι προσπάθειες για εκλογική συμμαχία… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • συμμαχίᾳ — συμμαχίαι , συμμαχία alliance fem nom/voc pl συμμαχίᾱͅ , συμμαχία alliance fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αθηναϊκή Συμμαχία — Συμμαχία με την ηγεσία της αρχαίας Αθήνας. Διακρίνεται σε Α’ ή ναυτική συμμαχία της Δήλου (478 π.Χ.) και σε Β’ (378 π.Χ.). Βλ. λ. Αθήνα, Δήλος, Δωδεκάνησα, Κυκλάδες, Μήλος …   Dictionary of Greek

  • Διπλή Συμμαχία — Γαλλορωσική συμμαχία του 1891 (συμπληρώθηκε με μια στρατιωτική συμφωνία το 1893 94), που δημιουργήθηκε σε αντίθεση προς την Τριπλή Συμμαχία. Παρά την προσπάθεια που έγινε το 1899 να ενισχυθεί η Δ.Σ., στην πραγματικότητα, για πολλά χρόνια η δράση… …   Dictionary of Greek

  • Δηλιακή Συμμαχία — Πολιτικοθρησκευτική ένωση των Ιώνων, που υπαγόταν σε αρχαιότατη αμφικτιονία και είχε κέντρο τη Δήλο. Λίγο μετά τα μέσα του 6ου αι. π.Χ., ο Πεισίστρατος επιχείρησε να την εξαρτήσει από την Αθήνα, κάτι που κατόρθωσε ο τύραννος της Σάμου Πολυκράτης …   Dictionary of Greek

  • Αγία Συμμαχία — Έτσι ονομάστηκε η συμμαχία μεταξύ Βενετίας, Βατικανού και Ισπανίας (1510), που στρεφόταν αποκλειστικά κατά της Γαλλίας …   Dictionary of Greek

  • Τετραπλή Συμμαχία — Στρατιωτική συμμαχία μεταξύ Γαλλίας, Μεγάλης Βρετανίας, Ολλανδίας και Αυστρίας, για την παρεμπόδιση των προσπαθειών της Ισπανίας, που την κυβερνούσε ο καρδινάλιος Αλμπερόνι, να δημιουργήσει στην Ιταλία κράτη για τους γιους του Φίλιππου E’ και της …   Dictionary of Greek

  • Τριπλή Συμμαχία — Η συμφωνία, που υπέγραψαν στις 20 Μαΐου 1882 η Γερμανία, η Ιταλία και η Αυστροουγγαρία, τμήμα του πυκνού δικτύου συμμαχιών, που οργάνωσε ο Βίσμαρκ, για να διατηρήσει στην Ευρώπη το status quo που δημιουργήθηκε μετά τον γαλλοπρωσικό πόλεμο του… …   Dictionary of Greek

  • Μετὰ τὸν πόλεμον ἡ συμμαχία. — См. После ужина горчица …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”